Ανταπόκριση: EJEKT Festival με THE CURE – Michael Kiwanuka – Ride – Khruangbin – The Steams @ Πλατεία Νερού, Αθήνα (17/07/2019)

Published: July 19, 2019

Βυθίστηκε πραγματικά η Πλατεία Νερού από 20000 και πλέον κόσμο, που έδωσε το παρόν στη 15η επετειακή εκδοχή του Ejekt για να παρακολουθήσει τους 80's pop θρύλους για πολλούς, goth icons κατ'άλλους,  The Cure. Με μια τεράστια κληρονομιά αξέχαστων κομματιών πίσω τους, τη φήμη για τα κορυφαία live που δίνουν να τους ακολουθεί και την 14 ετών κάψα του ελληνικού κοινού για να τους παρακολουθήσει από κοντά, η προσέλευση ήταν απολύτως δικαιολογήμενο να φθάσει σε τέτοια ύψη. Η εμφάνιση τους στάθηκε αντάξια του ονόματος τους, σε μια βραδιά που θα τη θυμόμαστε καιρό.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:

Νωρίς νωρίς μας υποδέχθηκαν οι αθηναίοι The Steams, οι οποίοι ειρήσθω εν παρόδω έπαιξαν μπροστά σε αρκετό κόσμο για την ώρα, ενδεικτικό του σε ποια επίπεδα θα κινείτο η προσέλευση της ημέρας. Το περίπου μισάωρο set τους ήταν ένα The Black Angels/Brian Jonestown Massacre worship συν ορισμένες ισχνές sabbath-ικές ενέσεις, ό,τι ακριβώς έπρεπε για να μας μυήσει αναίμακτα στο φεστιβαλικό κλίμα.



Οι τεξανοί Khruangbin, που ακολούθησαν, είναι αυτό που θα αποκαλούσε κανείς “περίπτωση”. Η εκ πρώτης όψεως “χαλαρή” ψυχεδέλεια με επιρροές από ανατολίτικη/ασιατική μουσική, δε θα μπορούσε παρά να κεντρίσει την περιέργεια ακόμα και του πιο αδιάφορου ακροατή. Πόσο μάλλον όταν καθόσον κυλούσε το set τους αυτή έκανε απρόσμενες παρακάμψεις μέσα από τα χωράφια που φύεται η reggae/dub, τις παραλίες του surf, τις πίστες του funk/disco ή ακόμα και τις neon λεωφόρους του retro/synthwave.



Όλα τα παραπάνω, χωρίς να σου δίνεται η εντυπώση μιας αποπροσανατολισμένης συρραφής ήχων, αλλά ενός σχήματος που με σταθερά και οδηγό τις μεστές κιθαριστικές μελωδίες, μπορούσε να παίξει εξίσου καλή μπαλίτσα σε διαφορετικά γήπεδα. Οι εξωτικές ενδυματολογικές τους επιλογές, οι κατά τόπους συγχρονισμένες χορευτικές φιγούρες, το ξυπνητζίδικο σκηνικό αλληλεπίδρασης με το τηλέφωνο και το εν γένει τους attitude, αποδείχθηκαν ταιριαστό περιτύλιγμα σε ένα ήδη προσεγμένο μουσικό πακέτο.



Συνέχεια με σαφώς πιο πατροπαράδοτες καταστάσεις κι ένα συγκρότημα κομμάτι μιας γενιάς, που έβαλε δίχως αμφιβολία το δικό της λιθαράκι στην εξέλιξη του rock. Οι εν δόξη νεκραναστημένοι Ride θα πατούσαν για πρώτη φορά σε ελληνική σκηνή κι αυτό για πολύ κόσμο ήταν γεγονός από μόνο του. Η ανέμελη μελωδία του “Future Love” στάθηκε ιδανική εισαγωγή, έχοντας από κοντά λοιπά reunion κομμάτια (“Lannoy Point”, “Charm Assault”) τα οποία μόστραραν φόρα παρτίδα το λαμπρό παρόν τους, πριν βεβαίως την αναμενόμενη βουτιά στο σεπτό παρελθόν, που έδωσε στον κόσμο αυτό που ζητούσε διακαώς.



Το στοιχείο που ξεχωρίζει τους Ride από λοιπά συγκροτήματα της εποχής τους, είναι ότι με αυτούς εδώ τους τύπους από την Οξφόρδη, οι ονειρικές μελωδίες πάνε χέρι χέρι σε μεγάλο βαθμό με το rock νεύρο κι έτσι προκύπτουν κομματάρες όπως τoDrive Blind”, το “Leave Them All Behind” ή το “Kill Switch”, που έκλεισε εκρηκτικά την εμφάνιση τους. Στο μεσοδιάστημα είχαμε ταξιδέψει νοερά στα κύματα του μισού shoegaze μνημείου “Nowhere”, με αξιοσημείωτη παρενέργεια τον άσβεστο πόθο να σμίξουμε και με το άλλο μισό του. Κατόπιν τούτου, επιβάλλεται ασυζητητί να τους δούμε το χειμώνα σε κάποιο κλειστό συναυλιακό χώρο των Αθηνών.



Ο αρκετά δημοφιλής στη χώρα μας Michael Kiwanuka ξεκινούσε με το ντεσαβαντάζ του παρείσακτου folk/soul τραγουδιστή ανάμεσα σε μπάντες με ακραιφνή τον rock χαρακτήρα τους, εμφανιζόμενος μάλιστα ακριβώς πριν τους headliners της βραδιάς. Στηριζόμενος στη δύναμη της εκπληκτικής χροιάς του, στις εξαιρετικές γυναικείες δεύτερες φωνές, στη συμπαγή μουσική ομάδα που τον συνόδευε και κυρίως στην ποιότητα των κομματιών του Love & Hate” έκανε ότι περνούσε από τα χέρια του για να το αποτινάξει. Το αν τα κατάφερε, πιθανότατα εξαρτάται κι από το αν ο καθένας μας κρύβει λίγη “ψυχή” μέσα του. Αν δεν κουνήθηκες έστω για δείγμα στο “Black Man In A White World” ή δεν σιγοτραγούδησες στο ομώνυμο, μάλλον δεν.



Όλο το ζουμί της βραδιάς βεβαίως -μην κοροιδευόμαστε- ήταν οι The Cure. Γύρω από αυτούς και για αυτούς στήθηκε όλο αυτό το πανηγυράκι, που σαφώς και είχαμε απολαύσει ως στιγμής, η σημασία όμως και το εκτόπισμα αυτού του συγκροτήματος είναι υπεράνω συγκρίσεων. Πολλοί από εμάς θα τους έβλεπαν επί ελληνικού εδάφους για πρώτη φορά, αρκετοί δεύτερη ή τρίτη, κάποιοι ηρωικοί βετεράνοι τέταρτη ή πέμπτη.

Όλες οι παραπάνω “σειρές” πάντως είχαν τα μάτια τους καρφωμένα στη σκηνή όταν κατά τη δέκα και μισή η θρυλική μπάντα από το Crawley θα έκανε την εμφάνιση της στη σκηνή της Πλατείας Νερού, υπό τους ήχους του “Plainsong”. To “Pictures Of You” θα ακολουθούσε κατά πόδας, εξομοιώνοντας την έναρξη του θρυλικούDisintegration”. Τα “High” και “Just One Kiss” συνεχίζουν στο ίδιο μοτίβο, με τη δοκιμασμένη λύση του “εκρηκτικού” opening να τρώει πόρτα από τον Smith και την παρέα του, οι οποίοι έχοντας σε περίοπτη θέση τα πλήκτρα του Roger O'Donnell, επιλέγουν να βαδίσουν σε πιο ατμοσφαιρικά μονοπάτια, τουλάχιστον σε πρώτη φάση. Συναυλία των Cure είναι άλλωστε, χρόνος υπάρχει.



Κάπου εκεί, έρχεται το “Lovesong” -καθόλου τυχαία- για να αλλάξει άρδην τη δυναμική της συναυλίας. Οι μέχρι στιγμής ήπιες αντιδράσεις αντικαθίστανται μονομιάς με επιφωνήματα, τραγούδι και χορό. Τα κύρια συστατικά δηλαδή ενός επιτυχημένου live, όταν μιλάμε για τέτοιο μέγεθος. Τα “Burn”, “Fascination Street” (ίσως η καλύτερη μπασογραμμή ever) και “Never Enough” εντείνουν τις παραπάνω αντιδράσεις και πλέον η συναυλία βρίσκεται σε τροχιά απογείωσης.

Καθώς προχωράω μέσα από τον κόσμο και πλησιάζω όλο και πιο κοντά στη σκηνή δυστυχώς παρατηρώ ότι ο ήχος στα πλάγια και πίσω είναι αρκετά χαμηλός, αντίθετα στο μπροστινο κομμάτι κυμαίνεται στη σωστή ένταση και είναι ευκρινέστατος.



Η τριπλέτα των “χαρούμενων” Cure (“Push”, “In Between Days”, “Just Like Heaven”) στήνει ιδανική γέφυρα για τους Cure στα καλύτερα τους, αυτούς δηλαδή που είναι θλιμμένοι και για το σχεδόν οκτάλεπτο “From The Edge Of The Deep Green Sea”. Ο Robert Smith ερμηνεύει με απίστευτο πάθος, ενώ η φωνή του ακούγεται σαν να μην πέρασε μια μέρα από το 1992, παρότι έχει πατήσει τα εξήντα.

Οι κιθάρες βαραίνουν επικίνδυνα στο “Shake Dog Shake”, με τον Reeves Gabrels -που κλείνει αισίως εφτά χρόνια στις τάξεις τους- να αποδεικνύεται λίρα 100 και νύχτες σαν κι αυτήν (“A Night Like This” ντε!) από εδώ και πέρα συμβαίνουν τα καλύτερα. Η τριάδα “Play For Today”, “A Forest” και “Primary” παρασέρνει σε χορό κατά κύματα, καταγράφοντας πιθανότατα το highlight του κυρίως μέρους του live. Εδώ ο αγέραστος Simon Gallup δίνει ρέστα στο μπάσο, όντας η κινητήρια δύναμη κι έχοντας σταθερά εξαιρετικά γεμάτο ήχο καθ'όλη τη διάρκεια του live.

Τα “Want” και 39” στήνουν μεθοδικά σκηνικό αποχώρησης, με την ταξιδιάρικη μελαγχολία του “Disintegration” να σημαίνει το πρώτο αντίο.



Με σχεδόν δύο ώρες κλεισμένες πάνω στη σκηνή ήδη θα μπορούσαμε με ασφάλεια να μιλήσουμε για μια άριστη εμφάνιση από τους Cure, τέτοια που μας πέρασε από μια ποικιλία διαθέσεων και φανέρωσε τα διαφορετικά πρόσωπα τους, ενώ συνοδεύτηκε κι από κορυφαία απόδοση από τα μέλη του γκρουπ, ειδικά αν λάβουμε υπόψη τη σχετικά προχωρημένη ηλικία τους. Το μοναδικό παράπονο που θα μπορούσα να εκφράσω, είναι ότι δεν ακούστηκε ούτε ένα κομμάτι από το Pornography”, ένα άλμπουμ που για σημαντική μερίδα κόσμου θεωρείται το κορυφαίο δισκογράφημα τους.

Από τη στιγμή όμως, που επέστρεψαν για encore και μάλιστα υπήρξε ένα από τα αριστουργηματικότερα που έχω ποτέ παρακολουθήσει, το θετικό πρόσημο εκτοξεύτηκε στα ύψη. Παραθέτω απλά τίτλους: “Lullaby” “The Caterpillar” “The Walk” “Friday I'm Ιn Love” “Close To Me” “Why Can't I Be You?”. Ορυμαγδός χορού, έκρηξη εκτόνωσης, πείτε το όπως θέλετε, η ουσία είναι ότι το διασκεδάσαμε με την ψυχή μας. Το οριστικό τέλος δόθηκε με το “Boys Don't Cry”, όπου και η τελευταία ρανίδα κουράγιου ξοδεύτηκε.



Μετά από δύο ώρες και είκοσι λεπτά άφησαν τη σκηνή εν μέσω επάξιας αποθέωσης. Μπάντες σαν κι εκείνους, που να ιδρώνουν τη φανέλα σε αυτές τις διάρκειες, μπάντες με τέτοια σπουδαία στόφα, μπάντες που να γράφουν τέτοιες κομματάρες, μπάντες που μας κάνουν να νοσταλγούμε εποχές τις οποίες οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουμε καν ζήσει, μπάντες larger than life δε βγαίνουν πια. Θεωρήστε τους εαυτούς μας ευλογημένους από την τύχη που το ζήσαμε, γιατί κατά πάσα πιθανότητα ήταν και η τελευταία φορά.


Setlist:

Plainsong

Pictures Of You

High

Just One Kiss

Lovesong

Last Dance

Burn

Fascination Street

Never Enough

Push

In Between Days

Just Like Heaven

From The Edge Of The Deep Green Sea

Shake Dog Shake

A Night Like This

Play For Today

A Forest

Primary

Want

39

Disintegration

Encore:

Lullaby

The Caterpillar

The Walk

Friday I'm In Love

Close To Me

Why Can't I Be You?

Boys Don't Cry








Φωτό: Peter Papapetros

The post Ανταπόκριση: EJEKT Festival με THE CURE – Michael Kiwanuka – Ride – Khruangbin – The Steams @ Πλατεία Νερού, Αθήνα (17/07/2019) appeared first on Rock Overdose / Rock - Metal Music.

Rock / Metal / Alternative
follow us on Twitter      Contact      Privacy Policy      Terms of Service
Copyright © BANDMINE // All Right Reserved
Return to top